ΠΩΣ ΑΞΙΟΛΟΓΕΙΤΑΙ Η ΕΜΒΡΥΙΚΗ ΚΙΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ;
Η εμβρυική κινητικότητα εξελίσσεται κατά τη διάρκεια της κύησης. Στο πρώτο τρίμηνο, το έμβρυο εμφανίζει μεμονωμένες και τυχαίες κινήσεις του σώματος, ανεξάρτητες από εξωγενή ερεθίσματα. Κατά το δεύτερο τρίμηνο, εμφανίζει πιο οργανωμένη κινητικότητα επηρεαζόμενο από ερεθίσματα όπως αναπνευστικές κινήσεις σε περίπτωση υπεργλυκαιμίας της μητέρας, κινητικότητα με σύνοδη ταχυκαρδία κ.α.. Στο τρίτο τρίμηνο, η συνολική συμπεριφορά του εμβρύου εμφανίζεται ακόμα πιο οργανωμένη διότι ρυθμίζεται από τον εγκέφαλο. Περίοδοι ύπνου χαρακτηρίζονται από ακινησία και χαμηλή μεταβλητότητα στην εμβρυακή καρδιακή συχνότητα, ενώ οι περίοδοι εγρήγορσης χαρακτηρίζονται από συντονισμένες κινήσεις και έντονη μεταβλητότητα. Και δυο περίοδοι αυξάνουν σε χρόνο καθώς η κύηση προχωρά.
Η εμβρυική υποξία χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη πολλαπλών ταυτοχρόνων και μακροχρόνιων εμβρυικών συμπτωμάτων (ακινησία, έλλειψη αναπνευστικών κινήσεων, χαμηλή μεταβλητότητα στην καρδιακή συχνότητα), ενώ η ύπαρξη ενός ή πολλαπλών συμπτωμάτων βραχείας περιόδου οφείλεται σε κατάσταση ύπνου του εμβρύου.
Κατά τη διάρκεια του υπερηχογραφήματος μπορούμε να εντοπίσουμε εμβρυικές κινήσεις που ορίζονται ως εκούσιες κινήσεις του κεφαλιού, του κορμού και των ακρών του εμβρύου. Ο τόνος αναγνωρίζεται όταν το έμβρυο έχει κεκαμένη θέση. Ωστόσο, ο μειωμένος τόνος αναγνωρίζεται όταν το έμβρυο δεν είναι δραστήριο και η παλάμη του βρίσκεται σε έκταση. Οι αναπνευστικές κινήσεις ορίζονται ως παλινδρομικές κινήσεις του διαφράγματος, είτε ως λύγκας (λόξυγκας).
Απουσία εμβρυικού τόνου, κινήσεων και αναπνευστικών κινήσεων οφείλονται σε εμβρυικό ύπνο, υποξία και οξέωση, εγκεφαλική ή νευρομυική διαμαρτία και στη χρήση φαρμακευτικών ουσιών από την μητέρα (μαγνήσιο, βενζοδιαζεπίνες, αναστολείς διαύλων ασβεστίου). Μεμονωμένη απουσία εμβρυικών αναπνευστικών κινήσεων μπορεί να είναι αποτέλεσμα μητρικής υπογλυκαιμίας.